Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Βασίλης Πολύζος, Lapsus Calami / αρχαϊκό μειδίαμα



LAPSUS CALAMI

ήταν λάθος το φθινόπωρο
δεν υπήρχαν σήματα κινδύνου
οι κόρες φορώντας μόνο το αρχαϊκό μειδίαμά τους
οι κούροι καβάλα στις harley-davidson
και πίσω τους το μάτι του Signor Fellini
καθετήρας
ή από άλλη κάμερα
τρισώματος δαίμων

αυτοί που χάθηκαν στην πομπή
κείτονταν γυμνοί
πάνω σε πλατφόρμες θαλάσσης
με την πονηριά κρυμμένη στ’ απλανή τους βλέμματα
έτοιμοι να μας αρπάξουν απ’ την άκρη του χιτώνα
να μας προτείνουν αινίγματα πλούσια σε λιπαρά
κι αινίγματα lite με 4 βιταμίνες
αρκεί να τους καταβροχθίσουμε

μου απέλιπε το θάρρος
έφυγα
όσο κρατούσε ακόμη το συμπόσιο τα μυστικά του
κι όμως τώρα
μικρές αμφιβολίες με ταπεινώνουν

σε χιλιάδες όστρακα
αναζήτησα την αιτία της εξορίας μου
κι ήταν γραμμένη με το χέρι μου

LAPSUS CALAMI, ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή «προς ρωμαίους» ©2002-2003

αρχαϊκό μειδίαμα, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2004

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

αναμνήσεις προκάτ άνοιξης / μποτίλια στο πέλαγο?



μποτίλια στο πέλαγο?

o they say I hanged me granny
and then me lovesick Annie
o they say I hanged me mother
and me sister and me brother

τόσα μπουκάλια ξέβρασε πάλι σήμερα η θάλασσα
και δεν έκρυβαν ούτε ένα μήνυμα παρά μόνο νερό θολό
σαν το μάτι ψόφιου κήτους

κι ο παλιός χάρτης των σωμάτων
που άπλωσα πάνω στην άγια τράπεζα
έδειχνε στραβά τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα

χωρίς ένα σημάδι έναν κόκκινο σταυρό
για τον χαμένο θησαυρό των πειρατών

πώς λοιπόν θα ξεπληρώσω τα ταξίδια
που δανείστηκα απ’ τους παρελθόντες ποιητές με τόκο αβάσταχτο
τώρα που βούλιαξαν οι δυνατές τριήρεις των φοινίκων

κι αυτό που μου ’λαχε σαν παίξαμε στα ζάρια
τα χαμόγελα της αγαπημένης μου
δεν ήταν καν αγρός αίματος ποτιστικός

ο πόλεμος είχε κριθεί στο διπλανό τραπέζι
πριν από το ξημέρωμα και δεν το πήρα είδηση
να γραφτώ στον κατάλογο για τα λάφυρα

κι αργότερα με το πρώτο φύσημα του αγέρα
πέταξαν οι λέξεις απ’ το ανοιχτό βιβλίο
έπεα πτερόεντα

στ’ αθώα μας χρόνια ήταν αίθριος ο ήχος τους στ’ αυτί
κι η γεύση τους στη γλώσσα μας καβουρντισμένη ζάχαρη

κι όταν τις ιριδίζαμε ανάλαφρα στο φως
γέμιζαν ασημένιες φυσαλίδες
οι παρτιτούρες των κορυδαλλών
πρωί πρωί γωνία Κίμωνος κι Ερμού

όπου προχτές συνάντησα τη Φαντίνα

ήταν όμορφη πριν πουλήσει στους σαράφηδες
τα χρυσά μαλλιά της

μου μίλησε χλευαστικά για τον κύριο Μαγδαληνή
πως πλούτισε κλέβοντας μαχαιροπίρουνα
απ’ τους νεκρούς φαντάρους στη μάχη του Βατερλώ

μαζί τους χάθηκαν κι οι παιδικοί μας ήρωες
παίζοντας το κρυφτούλι επί χρήμασι

μόνη εξαίρεση η μάνα μου που υπνοβατούσε
στο γείσωμα της νύχτας ψέλνοντας
πού πορευθώ από του πνεύματός σου
και από του προσώπου σου πού φύγω

το πρόσωπό της άσπρο σα χαρτί
χωρίς σπίλο ή ρυτίδα

κι ο πατέρας μου στο εικονοστάσι
μόνη του αδυναμία ένα καρτούτσο τσίπουρο

μα εγώ είχα στο μυαλό μου την κυρία Φιλομήλα
τόσο γλυκιά γυναίκα

με κέρασε κυδωνόπαστο κι ένα φιλί αναπάντεχο
όταν κατέβασα το γατάκι της απ’ τη μουριά

δεν μπορεί έλεγα να κοιμάται με τον γηραιό κύριο Κ.
εμπορικό παραγγελιοδόχο για την κρέμα Κρινοζάλ

κι εμείς εδώ ατίθασα πουλάρια
παρέα με την προγονή του φούρναρη τ’ απομεσήμερο
να κουβεντιάζουμε για τις Ιταλίδες του τσίρκου

που μας έμαθαν να λέμε
άκουα φρέσκα φίκα στρέτα
και βίνο πούρο κάτσο ντούρο

φράσεις που αρνήθηκε να περιλάβει στα Άτακτά του
ο Αδαμάντιος Κοραής διότι φέρουσι σύγχυσιν
εις τας αγυμνάστους κεφαλάς ξεχνώντας

ότι εμείς αγύριστα κεφάλια μελετούσαμε κρυφά
τα μηναία των κήπων έκαστος τη ιδία διαλέκτω
παραλείποντας μόνο τη φράση ξίφει τελειούται

αφού κανείς δεν είναι τέλειος χωρίς το κεφάλι του

και ότι κατά την ημέρα της απογραφής
επί Αυγούστου Καίσαρος
τρέχαμε πίσω από τη νεκροφόρα
ώσπου στάθηκε στην εξώπορτα του Αιμίλιου

κι ο τελετάρχης φορώντας μαύρα γάντια
χτύπησε τρείς φορές το χάλκινο ρόπτρο
ένα μικρό χεράκι με λάθος δάχτυλα

περιμένοντας να κατεβάσουν τον νεκρό αδερφό μας
χαζεύαμε τα επάργυρα αγγελάκια στην κορνίζα του ουρανού
και τα δυο άλογα ντυμένα μαύρα κρέπια
να χαϊδεύουν πότε πότε τις χρυσόμυγες με την ουρά τους

ύστερα πρόβαλε στο ανώφλι αρχάγγελος Μιχαήλ
κρατώντας ένα μπουκέτο πρώιμα σύννεφα
δεμένα με μοβ κορδέλα

κι εμείς τρομάξαμε γιατί τον διαπερνούσε ο ήλιος
ρίχνοντας κάτασπρη στο χώμα τη σκιά του

σημείο πως έπρεπε να φύγουμε
από την πύλη της Ανατολής
πριν μας αγγίξει με το βλέμμα του

Βασίλης Πολύζος, μποτίλια στο πέλαγο?
από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
Εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2006

μποτίλια στο πέλαγο?, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2011

Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

ITALICS / Ο Αιμίλιος στην Piazza di Spagna / Διαβάζοντας Πετρώνιο





ITALICS
στον Federico Fellini, αναίτια
και σε δοκησίσοφους φίλους, με δόλο

Σαν πας για μια κατάθεση ψυχής
είπε ο Αιμίλιος
κοίτα να ’ναι κλειστές οι τράπεζες.

(ξυπνάς ένα πρωί και ω του θαύματος
το δάπεδο κινείται κυκλικά
με τη βοήθεια ευφυούς μηχανισμού
τα μάτια του άργου ατέρμονες ιμάντες
σε παρακολουθούν αδιάφορα
άσε που όλο το σπίτι είναι γεμάτο
απ’ τη μυθολογία των προγόνων
κι ούτε μια κάμερα χωρίς κατατονία)

Φέρτε μου αυλητρίδες, φέρτε μου
μικρές ξεδιάντροπες μοιρολογίστρες
είπε ο Αιμίλιος
χρημάτισα υπαίθριος ζωγράφος
χρόνια και χρόνια στην Piazza di Spagna
και δεν κατάφερα να κάνω ούτε το πορτρέτο μου.

Kαι μια φορά που διάβαζα Πετρώνιο
μασώντας πετρωμένα παξιμάδια
στο πανδοχείον «ο Θηλυκός Χιλίαρχος»
δίπλα στο καλντερίμι της Αππίας
έχασα δύο δόντια κι αρκετά σφραγίσματα.

italics ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
© Βασίλης Πολύζος 2005

Ο Αιμίλιος στην Piazza di Spagnia
photo by Paola Orlandini 2001

Κυριακή 22 Μαΐου 2011

Βασίλης Πολύζος: εισαγωγή στο πολιτικό χάικου / στριπτίζ


χάικου

κρατάτε κόντρα
μη μπατάρουν τα πανό
κι αλίμονό μας

χωρίς συνθήμα-
τα θα χάσουμε κι αυτά
τα κιμονό μας

Βασίλης Πολύζος

χάικου
από το βιβλίο Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια
ΕΡΙΦΥΛΗ 1999

στριπτίζ
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2004

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

Βασίλης Πολύζος, Φακίρης στην Edgware Rd. / pulsar



Φακίρης στην Edgware Rd.

SALES SALES SALES
Δια κόσμον σαλοί χωρίς στρόφιγγα διαφυγής
Μια θάλασσα χωρίς μπουκαπόρτες
Παγιδευμένη ανάμεσα σε σινικά τείχη
Οι λωτοφάγοι παρακάμπτουν με τυφλές κινήσεις
Τις βυθισμένες σημαδούρες του ήλιου
Ή γλιστράν κάτω από την υφαλοκρηπίδα
Να προλάβουν πρίν σημάνει 09:00
Τις κουρδιστές Αμάλθειες
Που ανοιγοκλείνουν συγχρονικά τα πόδια στις βιτρίνες
Δείχνοντας τα φιμέ κιλοτάκια τους
Εν μέσω χειροκροτημάτων.

Τρίτη μέρα διαλογισμού
Ο Σιβαραμαμούρτι στη γωνιά της Midland Bank
Ακίνητος
Καπνιστής ονείρων σε στάση όρθιας προσευχής
Όψη βαμμένη βαμμένη ζαφορά απ’ το πρωινό αγιάζι
Κελεμπία λασπωμένη στο ιερό ποτάμι
Με ένα αστέρι πάλσαρ φυλακισμένο στο κλουβί του στήθους
Αφανείς ρίζες βλάστησαν απ’ τις πατούσες του
Κατεβαίνουν βαθιά
Βαθιά
Κάτω από τις νευρώσεις του γκαζιού
Κάτω από τις στοές της σιωπής
Κάτω από τις παλίρροιες των πετρωμάτων
Μαντεύοντας στο κέντρο του πυρήνα
Ένα ασίγητο σιτάρ.

Με τη δύση του Εμπορικού Ωρολογίου
Η θάλασσα αναδιπλώνεται
Επάνω στους ιμάντες του Underground
Τα στίφη των μισθοφόρων υποχωρούν
Κουβαλώντας διαψεύσεις β΄διαλογής
Σε πλαστικές σακούλες
Ηλεκτρικά σκαθάρια αναλαμβάνουν
Την απολύμανση των αδιεξόδων
Γιγαντοθόνες συντονίζουν
Την αδημονία των κρυμμένων μαχαιριών.

Τρίτη φάση της Γαλήνης
Ο Σιβαραμαμούρτι πλοηγός ονείρων
Μπροστά στην είσοδο της Pizza Hut
Υψώνεται στον αέρα αβαρής
Ανάβει με το βλέμμα ένα πύρινο στεφάνι
Ολόγυρά του
Καθελκύει κυκλικά ποιήματα
Με σμαραγδένιες αποχρώσεις
Ανακαλεί με τις άκρες των δαχτύλων
Άγνωστης Ταυτότητας Ιπτάμενα Άνθη
Του γένους Unidentified Flowering Objects
Ανατολικά των Παραισθήσεων

Βασίλης Πολύζος, Φακίρης στην Edgware Rd.
ένα ποίημα από το βιβλίο DIZZILAND
εκδ. ΕΡΙΦΥΛΗ 2001

pulsar, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2011

Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Hans Magnus Enzensberger, Αστυνομική Ταυτοποίηση / The Tunnel



Αστυνομική Ταυτοποίηση*

Αυτός δεν είναι ο Ντάντε.
Αυτή είναι μια φωτογραφία του Ντάντε.
Αυτή είναι μια ταινία, όπου κάποιος ηθοποιός παριστάνει τον Ντάντε.
Αυτή είναι μια ταινία, όπου ο Ντάντε παίζει τον Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που ονειρεύεται τον Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος ονόματι Ντάντε, αλλά δεν είναι ο Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που μαϊμουδίζει τον Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που παριστάνει τον Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που ονειρεύεται πως είναι ο Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που είναι φτυστός ο Ντάντε.
Αυτός είναι ένα κέρινο ομοίωμα του Ντάντε.
Αυτός είναι αντικαταστάτης, δίδυμος αδερφός, σωσίας του Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που νομίζει πως είναι ο Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που όλοι, εκτός από τον Ντάντε, πιστεύουν πως είναι ο Ντάντε.
Αυτός είναι κάποιος που όλοι πιστεύουν πως είναι ο Ντάντε, μα ο Ντάντε ούτε καν το σκέφτεται.
Αυτός είναι κάποιος που κανένας δεν τον παίρνει για τον Ντάντε, εκτός από τον Ντάντε.
Αυτός είναι ο Ντάντε.

*Erkennungsdienstliche Behandlung
ένα ποίημα του Hans Magnus Enzensberger
απόδοση στα Ελληνικά, Βασίλης Πολύζος

The Tunnel, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2011

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Βασίλης Πολύζος, errata


errata

αυτά τα παλαιά σώματα
είναι ανυπόφορα
είπε ο Αιμίλιος
ιδίως με ενοχλεί
η τελευταία σελίδα τους
μ’ εκείνα τα υποκριτικά
ημαρτημένων διόρθωσις
σελ. τάδε.......... στίχος τάδε
αντί... ........ανάγνωθι...
σαν να ήταν δυνατόν
να ξεφυλλίσω απ’ την αρχή
την ιστορία τους
και να διαβάσω αλλιώς τα λάθη
που τύπωσα πάνω τους
που τύπωσαν πάνω μου

errata
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το βιβλίο
μια δεύτερη ανάγνωση του ποιητή Κ* και άλλα αμφίδρομα
ακδ. Απόπειρα 2008

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Το αρνάκι της Μαίρης, ποίημα σε άπταιστα αγγλικά, κατάλληλο για δύσκολους καιρούς




Mary's Little Lamb
by Sarah Hale (1788-1879)

Mary had a little lamb,
little lamb, little lamb,
Mary had a little lamb,
whose fleece was white as snow.

And everywhere that Mary went,
Mary went, Mary went,
and everywhere that Mary went,
the lamb was sure to go.

It followed her to school one day
school one day, school one day,
It followed her to school one day,
which was against the rules.

It made the children laugh and play,
laugh and play, laugh and play,
it made the children laugh and play
to see a lamb at school.

And so the teacher turned it out,
turned it out, turned it out,
And so the teacher turned it out,
but still it lingered near,

And waited patiently about,
patiently about, patiently about,
And waited patiently about
till Mary did appear.

"Why does the lamb love Mary so?"
Love Mary so? Love Mary so?
"Why does the lamb love Mary so,"
the eager children cry.

"Why, Mary loves the lamb, you know."
The lamb, you know, the lamb, you know,
"Why, Mary loves the lamb, you know,"
the teacher did reply.

εικόνες
η Sarah Hale
πριν και μετά

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Μηνάς Ταταλίδης, Στην τροχιά της Κρεολής Σελήνης


Μηνάς Ταταλίδης
Στην τροχιά της Κρεολής Σελήνης

Ομιλία στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής Κρεολή Σελήνη τού Βασίλη Πολύζου
στη Στοά του Βιβλίου (Πέμπτη 28 Απριλίου 2011).
(Το κείμενο αναδημοσιεύεται από την ιστοσελίδα των εκδόσεων ΑΠΟΠΕΙΡΑ)


No smoking
Διαβάζουμε ποίηση..

Ακούγεται σαν απλή προτροπή, αλλά αν διαβάσουμε κάπως λοξά αυτούς τους στίχους, από το νέο βιβλίο του Βασίλη Πολύζου Κρεολή Σελήνη, θα αντιληφθούμε τη δύναμη της φαντασίας που κρύβεται μέσα τους. Θα κατανοήσουμε σε βάθος τη μεταπλαστική δύναμη του ποιητή, που διαλέγοντας ένα ψήγμα ρεαλισμού (No smoking) επιτυγχάνει ως άλλος αλχημιστής να μεταμορφώσει αυτό το ψήγμα σε ποιητική λίθο – κατ΄ αντιδιαστολή με τη λυδία λίθο.

Ξεκίνησα με την επιθυμία να μιλήσω για την ποιητική σοφία της Κρεολής Σελήνης, αλλά επειδή ο όρος σοφία ανακαλεί κατά κάποιο τρόπο συνειρμούς από τη φιλοσοφική μαθητεία, ας μιλήσω καλύτερα για την απλότητα και την αμεσότητα της ποιητικής
του Βασίλη Πολύζου. Σε τελική ανάλυση, τόσο η απλότητα όσο και η αμεσότητα – δρώντας συνδυαστικά – συνιστούν την άλλη πλευρά του νομίσματος όπου εδρεύει η σοφία.

Η Κρεολή Σελήνη είναι ένα βιβλίο, αλλά όχι ένα ακόμη βιβλίο. Ο ποιητικός λόγος του βιβλίου είναι σύγχρονος και συνάμα διαχρονικός, εφόσον τα αρχαία μέταλλα του λόγου συντήκονται σε ευφάνταστες φόρμες μεγάλης αφαιρετικής δύναμης και αισθητικής ολοκλήρωσης με τα σπάνια κράματα ενός συγχρονικού και επίκαιρου λόγου:

...η τέχνη μακρά
ο δε βίος βραχύς
θυμόμαστε μόνο τις μέρες
που η Λίβια έπαιζε με τον ήλιο
στο λόφο τον παλατίνο

Ο Πολύζος ανασύρει από το βυθό της γλωσσικής πολυφωνίας περίτεχνα κοσμήματα καθημερινής χρήσης:

…τα βράδια συζητούσαμε πάουλο κοέλιο
κάποιος στο διπλανό τραπέζι
έκανε αλχημείες κόκκινου πάνω σε μαύρο
βγάζοντας φούξια χείλη
τύπου μέριλιν σε ακρυλικό

Ως τεχνίτης του ποιητικού λόγου δεν αρκείται στην απλή διακόσμηση και την ευκολία για μια «χρηστική κατασκευή», αλλά, το ουσιαστικό μέλημά του είναι να αναδειχθούν οι απαξιωμένες ιδιότητες του ανθρώπου. Ως ποιητής που φιλτράρει τα κελεύσματα της εποχής μας, αντιστέκεται σθεναρά στο τσουνάμι της καταβύθισης του αληθινού πλούτου του ανθρώπου που φυσικά δεν είναι άλλος από την πνευματική μεταρσίωση:

ψηφιδωτά κορίτσια στο ξωκλήσι
κρατούν στα χέρια τους
μικρούς αρυβάλλους
παίζοντας
πού ‘ν’το πού ‘ν’ το το δαχτυλίδι

Έχουν πει για τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι ότι πέτυχε να αποδείξει τις ικανότητες και τη σοφία του στη ζωγραφική, τη γλυπτική, την αρχιτεκτονική, την ιατρική, τη μηχανική και την τεχνολογία, και ότι περισσότερο απ’ ό,τιδήποτε ενήργησε ως ποιητής.

Τώρα ακολουθώντας κάποιος την αντίστροφη πορεία ενός ποιητή, είτε σε επίγνωση αυτής της διαδρομής, είτε ακόμη και υποσυνείδητα, περιμένει με αγωνία και ενδιαφέρον από την παραγωγική δραστηριότητα του ποιητή να λάμψουν εικόνες, έννοιες και ιδέες που ολοκληρώνονται ως φόρμες, μορφές και σχήματα αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, ζωγραφικής...

Χρησιμοποιώντας ως «κατασκευαστικά εργαλεία» τις λέξεις και τη δημιουργική τους δύναμη, τις εμπειρίες και τα σοφά τους αποστάγματα ή, διαφορετικά, τη γνώση που του προσπόρισε ο παρελθόν χρόνος σε αγαστή σύμπνοια με την οραματική διάσταση που αναδύεται από τον επελαύνοντα χρόνο, ο ποιητής εμπλέκεται δημιουργικά ανάμεσα στο Είναι και σ΄ αυτό που πρόκειται να γεννηθεί. Σ΄αυτό που υπήρξε η μήτρα της ποιητικής και σ΄αυτό που ελπίζει να εκδηλωθεί ως ευτυχία και πνευματική ανάταση.

΄Ετσι η αλήθεια του ποιητή προκύπτει μέσω της ποιητικής του από τον γόνιμο διάλογο της βαθύτερης υπόστασής του και του εντατικού πάθους της μετρικής του ικανότητας, της οντολογικής του στάσης μέσα στον κόσμο και του αδιάκοπου λυρισμού που τον συντονίζει με τους παλμούς ενός αρχετυπικού μοντέλου, αυτό του Ορφέα.

Πιστεύω ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά ταιριάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό στον ποιητή Βασίλη Πολύζο. Πέρα όμως από τη μεταρσιωτική ικανότητα του «Ανθρώπου από τη Διζιλάνδη», να μετασχηματίζει δηλαδή σε ποιητικά σύμπαντα τις βιωματικές και θεωρητικές σχέσεις του με τις τέχνες , θα ήθελα να επισημάνω επίσης την ψυχαναλυτική του διεισδυτικότητα, τον τρόπο με τον οποίο αναπλάθει αρχετυπικές μνήμες και ψυχικά φαινόμενα. Από το ποίημα ΛΙΑΚΑΔΑ:

στον κήπο
ένα μωρό στην κούνια
σκεπασμένο με φύλλα
το πήρε η άνοιξη

θυμόμαστε μόνο
τα ζουζούνια
την άσπρη σκύλα
το αεράκι στα μαλλιά

ίσως ακόμη το δάσος
φωτεινό το Μάη
γεμάτο μικρές λέξεις
φιλιά

Άλλες φορές πάλι η λυρική του διάθεση τον οδηγεί σε φόρμες όπου η σκηνογραφία του ποιήματος ανταγωνίζεται με ιδιοφυή τρόπο τη δραματουργική εξέλιξη: τη μαγική συμπλοκή του πραγματικού με το υπερρεαλιστικό. Ένα ποίημα τέτοιας υφής, όπου η φαντασία και η αισθητική εναλλάσονται διαλεκτικά και κορυφώνονται έως την πλήρη πνευματική ένταση είναι το ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ:

περνάει το τράμ
με νωπά τα σημάδια του Άμστερνταμ

στο παράθυρο
μια κοπέλα σε μπλέ τεχνοτροπία
διαβάζει ποίηση πιγκουίνου

περνάει το τραμ
με νωπά τα σημάδια του Άμστερνταμ

στο παράθυρο
μια καλόγρια σε τεχνοτροπία πιγκουίνου
διαβάζει μπλε ποίηση

επάνω μου περνάει το τραμ
με νωπά τα σημάδια του Άμστερνταμ

στο παράθυρο
ένας πιγκουίνος σε τεχνοτροπία ποίησης
διαβάζει μια μπλε κοπέλα

Θα τελειώσω αυτό το σύντομο σημείωμα, με αφορμή την ανάγνωση της Κρεολής Σελήνης, καταθέτοντας τη μαρτυρία του Λουίς Μπουνιουέλ για τον κινηματογράφο: «Η ανάκλαση του φωτός στην οθόνη κρύβει μέσα της τη δύναμη να αναποδογυρίσει τον κόσμο». Στην περίπτωση του Βασίλη Πολύζου η δύναμη των εικόνων του αναποδογυρίζει την ίδια τη σκέψη, τις συμβάσεις και τα στερεότυπα της πραγματικότητας, αποκαλύπτοντας την πνευματική Εδέμ, τον χαμένο παράδεισο της Αθωότητας και του Ωραίου.

Μηνάς Ταταλίδης, Στοά του Βιβλίου, 28 του Απρίλη 2011
*Ο Μηνάς Ταταλίδης είναι σκηνοθέτης

Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

λουλούδια του μπαχτσέ / ελαφρό αγροτικό στριπτίζ



Ο τρελαγέρας*
στην Κυρία Λ.

Ε
ψές το βράδυ ο τρελαγέρας
πήρε τη λεύκα παραμάσκαλα
και με το χάραμα της μέρας
ξάπλωσε τη μουριά τ’ ανάσκελα.

Και με τις πρώτες ηλιαχτίδες
σ’ έβγαλε άρον άρον στο μπαλκόνι σου
κι έλυσε τις χρυσές κοτσίδες
και τη μαλαματένια ζώνη σου.

Έπαιξε ούτι και ταμπούρλο
για να μην κλαίει στην κούνια η κόρη σου
κι ως με τις εκκλησιάς τον τρούλο
ανέβασε το μισοφόρι σου.

Άρπαξε τις κρυφές σου σκέψεις
και τ’ ατλαζένιο σου πουκάμισο
κι ήσουν, γλυκιά μου, αν το πιστέψεις
καθώς η Εύα στον Παράδεισο.

Κι ήταν τα στήθια σου άσπρα ρόδια
―λεύτερα από μετάξι και λινό―
κι ανάμεσα στα δυο σου πόδια
θαρρείς πως έλαμπε η πανσέληνο.
________________________
* αγροτικό στριπτίζ, ατελώς ομοιοκατάληκτο

Βασίλης Πολύζος,
Ο τρελαγέρας
,
από το βιβλίο Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια, Εριφύλη 1999

λουλούδια του μπαχτσέ, εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2011

Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Κώστας Κρεμμύδας, Ανάμεσα στο κόκκινο της Κρεολής και στο Σ της Σελήνης



Ανάμεσα στο κόκκινο της Κρεολής
και στο Σ της σελήνης
του Κώστα Κρεμμύδα

Κρεολή καλείται μια πρώην πίτζιν γλώσσα, ένας απλοποιημένος
αυτοσχέδιος τρόπος επικοινωνίας, ένα είδος «γλώσσας του σώματος»
εν εξελίξει. Οι κρεολές είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα
ποικιλίας γλωσσών που εξελίσσονται/διαμορφώνονται
χάρη στη μεταξύ τους επαφή. Κι εδώ ερμηνεύω/προσδιορίζω
την επιλογή του τίτλου στο νέο βιβλίο του Βασίλη Πολύζου· ένα αίτημα
δηλαδή απλουστευμένης και συνάμα πολύπλοκης, άρα απαιτητικής
ποιητικής/καλλιτεχνικής λειτουργίας: «τόσα μηνύματα στέλνει
η σιγανή βροχή/ κι ο άνεμος γράφει κάθε μέρα στο πρόσωπό μου/
είμαι ένα συναξάρι/ είμαι η βαϊοφόρος/ είμαι η γραφή πάνω στην άμμο/
που δεν πρόλαβες να διαβάσεις»
. Κατά τη γνώμη μου ο τίτλος «Κρεολή Σελήνη»,
ως προς το πρώτο σκέλος του υποδηλώνει μια ανάγκη δημιουργίας
νέας γλώσσας, καινούριας επικοινωνίας σ’ αυτό το δίπολο του δημιουργού
με τον αναγνώστη.

Από την άλλη, η εμφανής αριστοκρατική διάσταση της ποίησής του
–ο Πολύζος θεωρώ πως γράφει για μυημένους και πείσμονες αναγνώστες,
παρά για όσους πρόκειται να μυηθούν– ενδεχομένως να μας φέρει
στο νου και τους Κρεολούς αριστοκράτες στα χρόνια της ισπανικής
κυριαρχίας στη Λατινική Αμερική.

Στα δικά μου όρια βέβαια, η «Κρεολή» συμβόλιζε απλώς την
αίγλη της θαλαμηγού του Νιάρχου και τα καπρίτσια της τότε
διεφθαρμένης άρχουσας τάξης, επί χούντας.

Με το δεύτερο συστατικό «Σελήνη» ερμηνεύω την ανάγκη ενός
ρομαντικά φορτισμένου προσδιορισμού που πάντα σηματοδοτούσε
η κρυφή γοητεία του φεγγαριού: «το καλοκαίρι εκείνο μέτρησα/
τρία ολόγιομα φεγγάρια».

Να σημειώσω καταρχήν τη διαλεκτική σχέση και συνέχεια
της δουλειάς του, καθώς ο κατά κόσμον Βασίλης Πολύζος,
και ο blogger Αιμίλιος, φιγουράρουν σήμερα, τόσο στο εισαγωγικό/
συνδετικό των προηγουμένων μαδριγάλι της σελίδας 9, –
πρωτοσυναντήσαμε την κρεολή Σελήνη στη συλλογή «ηλιακό
ποδήλατο» του 2003–, όσο και στη σελίδα 24 της νέας
συλλογής, με τον Αιμίλιο να συναναστρέφεται(;) την όμορφη
Χριστίνα(;) κατά την Κρίστα Μπελ της Νορμανδής ηρωίδας του.
Ας μου επιτραπούν οι όποιες αυθαίρετες αναγνώσεις/
παρανοήσεις αφού ούτως ή άλλως στην ποίηση του Πολύζου
υπάρχει άπλετος ζωτικός χώρος για προσωπική ερμηνεία,
κατανόηση, συμμετοχή, αναζήτηση και απόλαυση. Άλλωστε
νομίζω ότι είναι στην αντίληψή του αυτού του είδους
οι παραποιήσεις/παιχνιδίσματα, αφού επιδιώκει να κάνει κάθε
φορά τον αναγνώστη συμμέτοχο, κι όχι απλό αποδέκτη των όσων
ποιητικά καταθέτει.

Ως προς τις εναλλαγές/τεχνοτροπίες της ποίησης
θα διακινδυνεύσω μια διασταλτική προσέγγιση των ορισμών
του Θρασύβουλου Σταύρου και θα κάνω λόγο για σχήμα
Υπερβατό ή Διασκέλισμα: όταν δηλαδή ο ένας στίχος συνεχίζεται/
επαναλαμβάνεται, για να δοθεί έμφαση και να ολοκληρωθεί
το νόημα, (ή το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα), σε δεύτερο ή
σε τρίτο στίχο. Έξοχο παράδειγμα το ποίημα «Άμστερνταμ»
της σελίδας 23 και το παιχνίδι με τις εκδόσεις Penguin:
περνάει το τραμ/ με νωπά τα σημάδια του Άμστερνταμ//
στο παράθυρο/ μια κοπέλα σε μπλε τεχνοτροπία/ διαβάζει ποίηση
πιγκουίνου// περνάει το τραμ/ με νωπά τα σημάδια
του Άμστερνταμ// στο παράθυρο/ μια καλόγρια σε τεχνοτροπία
πιγκουίνου/ διαβάζει μπλε ποίηση// επάνω μου περνάει το τραμ/
με νωπά τα σημάδια του Άμστερνταμ// στο παράθυρο/ ένας
πιγκουίνος σε τεχνοτροπία ποίησης/ διαβάζει μια μπλε κοπέλα
Τώρα, ας κάνουμε το συσχετισμό (ενδεχομένως επίσης αυθαίρετο)
της μπλε κοπέλας με την Κρίστα Μπελ της σελίδας 25. Μια και μιλάμε
για σχήματα ας σημειώσουμε επίσης και την ακροστιχίδα με την οποία
καταπιάνεται συχνά στις ποιητικές του συλλογές ο Πολύζος, κι εν
προκειμένω το ποίημα της σελίδας 46 όπου οι ασκήσεις ύφους πίσω
από το παρμπρίζ μπορεί να χαράξουν σε γραμμική Α΄ διαλογής
το γράμμα V με καταληκτικά τη Βούλα λατινιστί και την
ακρόαση: VORTEX.

Τη θέση της χιουμοριστικής/(αυτό)σαρκαστικής –σχεδόν
αποδομητικής– διάθεσης των προηγούμενων συλλογών
καταλαμβάνει, εδώ, η νοσταλγία: μα τη νοσταλγία της κίνησης,
ο απόμακρος ερωτισμός, η ηδονή και η γλυκιά αποστασιοποίηση
όχι ως προς το συμβάν αλλά ως προς το χρόνο της τέλεσής του:
«κάποτε κοίταζα με άλλα μάτια», ή «κράτησα την ανάσα μου/
όσην ώρα στο φως/ ο πευκώνας/ έβλεπε όνειρα»,
ή
«θυμόμαστε μόνο τις μέρες/ που η Λίβια έπαιζε με τον ήλιο/
στο λόφο τον παλατίνο».
Δε λείπουν κι εδώ τα έως υπερβολής
παιχνίδια: φιλιά φιλιά/ kisses kisses/ στα χαμόκλαδα
φτεροκοπούσαν κίσσες
, αλλά το κράμα ερωτικό-τραγικό-ειρωνικό
νομίζω ότι κυριαρχεί: αυτά τα πουλιά/ δεν ταιριάζουν/
στον τοίχο του σαλονιού.

Δεν ξέρω αν είναι δόκιμο και εύστοχο λογοτεχνικά
να προσδιορίζουμε την ποίηση με το απλό αλλά συνάμα περιεκτικό
επίθετο «γλυκύς». Όπως περίπου και τις κοπέλες, όπου ο
χαρακτηρισμός «γλυκιά» παραμένει ασφαλής πάντα για ένα
πρώτο κοίταγμα. Κι όμως, παρά τον όποιο κίνδυνο
απλουστεύσεων, αλλά και εκπλήξεων που είμαι βέβαιος ότι
κρύβει η δεύτερη και τρίτη ανάγνωση του βιβλίου του, θεωρώ
ότι ο χαρακτηρισμός «γλυκιά ποίηση» είναι περιεκτικός και
καίριος. Συχνά αισθανόμαστε την ανάγκη της απόλαυσης,
της ονειροπόλησης, της αισθαντικότητας, κάτι σαν τα παλιά view
master των παιδικών μας χρόνων. Φτάνουν οι (δήθεν)
πειραματισμοί, οι υπονοήσεις και τα ασυνάρτητα ενδόμυχα.
Ίσως γι’ αυτό να είναι η ώρα, μέσα από τις αλλεπάλληλες
εικόνες, τις όμορφες φράσεις: η ωραιότης των αστραγάλων,
ιερουργίες της άνοιξης, δάκρυ πεύκου, χημικά φιλιά, υπερόπτες
μηροί, τα
(σ.σ. δυστυχώς επίκαιρα λόγω του τραγικού
Φουκουσίμα) μπεκερέλ του γυμνού, μέσα από ρομαντικά
συνταιριασμένα ρήματα: να μπουμπουκιάσουν στο φράχτη,
κοιμήθηκε η θάλασσα στην αγκαλιά σου, κρατάει αχνό τον ήλιο
επάνω μας, η Μαγδαληνή κομίζει μύρα/ προ του ενταφιασμού μου,
να συνάξουμε τα χαρισματικά του επίθετα όπως: αναγερτή,
συλλεκτική γυναίκα, ασελγείς πασχαλιές, ευαίσθητη υγρασία
γυναικός, υπαινιγμούς ηδονής,
τα εντέχνως διατυπωμένα μέρη
του λόγου: «οι σχεδόν γάτες», ή άσε τον ήλιο να μ’ απλώσει/
τοιχογραφία του έρωτα/ όπως τότε
,
μέσα από εύστοχες
παρομοιώσεις: «το φως γλιστράει ανάμεσα/ στις πευκοβελόνες τους/
σαν χέλι», ή «τώρα η Σελήνη μου/ βγάζοντας τ’ ασημένια
πέδιλά της/ θα λυθεί στα νερά του καθρέφτη»,
ίσως λοιπόν
είναι η ώρα να χαρούμε δίχως μεταμοντέρνες ενοχές
τους στίχους: «με το άνθος του καλαμποκιού/ το χνούδι σου
φυτρώνει επάνω μου», ή «ξανά και ξανά/ μια πρόβα βροχής/
στο έρημο πάρκο».

Όχι πως λείπει η τραγικότητα, ή για το πω αμβλυμμένα
«μια πικρή ματιά» από την ποίησή του: κι όμως απλώναμε τα χέρια
να την αγκαλιάσουμε/ μέσα από το παράθυρο
, ή κρατούσε δυο
φτερά τυλιγμένα σε σελοφάν, ή, «ποιος θα σε φροντίσει είπε/
σε λίγο ξημερώνει/ θα χαθούμε»,
ή «θα διαβάσουν/ το τελευταίο σου
μήνυμα/ με υπαινιγμούς λουλουδιών».
Όμως σχεδόν
αμέσως ο Πολύζος φαίνεται πως ξορκίζει το κακό του συμβατικού
ρομαντισμού: «παρακαλώ όχι μελό/ όχι ήμαρτον θε μου»,
συνδέοντας πεταλούδες με στενογραφία, τις ρίμες με τα ψίχουλα
που πετούσαμε στην άμμο για τα σπουργίτια, τα ψηφιδωτά
κορίτσια στο ξωκλήσι, με τα φούξια χείλη τύπου μέριλιν
σε ακρυλικό. Αποδεικνύοντας το ανεξάντλητο των ελληνικών
λόγων και της ποιητικής τέχνης. Εκεί ανάμεσα στο συγκεκριμένα
αόριστο και στο νεφελωδώς προσδιορισμένο:
σε μια παραλία απέριττη/ 9-11 π.μ. και 5-7 μ.μ. γεμάτη
καλοκάγαθους συνταξιούχους, 20 ιουλίου του προφητηλιού,
για παράδειγμα, καταφέρνει «μικρά θαύματα να γίνονται/ κάθε
μέρα// Αρκεί να φυσήξει αύρα λεπτή/ κι οι λεμονιές
στον κήπο/ θα ψιθυρίσουν δεκαπεντασύλλαβο».
Τα ποιήματα
τουλάχιστον συνθέτουν τέλειους κόσμους και προσφέρονται
απλόχερα για αλχημείες, πλάνες, ενατενίσεις, και το κυριότερο:
για πολλαπλές αξιοποιήσεις του νου, της ψυχής και της ζωής μας.
Για τα πολλά απαραίτητα που οφείλουμε να διασώζουμε
σε δίσεκτα χρόνια, όπως τα δικά μας.
Κώστας Κρεμμύδας, Στοά Βιβλίου, Πέμπτη 28 Απριλίου 2011
στην παρουσίαση του βιβλίου Κρεολή Σελήνη του Βασίλη Πολύζου,
έκδοση Αποόπειρα 2010

*Ο Κώστας Κρεμμύδας είναι ποιητής και εκδότης
του περιοδικού Μανδραγόρας

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

κάθε πρωτομαγιά διαβάζω μαγιακόφσκι




κάθε πρωτομαγιά διαβάζω μαγιακόφσκι

πάντως πριν μπεί το Χ στο εναέριο κάπνισμα
παρασκευή και δεκατρείς ώρα μηδέν
ναυαγός στα γραφεία lost ’n’ found
στο φιουμιτσίνο ή στο χίθροου ή στο χασάνι
ματαίως έψαχνα για τη βαλίτσα μου
με τα πουκάμισα και τα ξυριστικά κι άλλα χρειώδη
για μια ευπρεπή διαμονή στην ποίηση των seventies
στη βία βένετο ή στην πλατεία κάνιγγος
ή και σ’ ένα παλιό ραφτάδικο στη γλάδστωνος
με κασμηροφανέλα τρία δέλτα αγορασμένη
ανάμεσα χρυσοσπηλιώτισσα και pier paolo pasolini

ξεχασμένα κορμιά ξεχασμένα ημερολόγια
ζητείται ευάλωτος ελληνιστής να μεταφράσει
τη γκαρσονιέρα στην οδό αγάθωνος
τη σκοπιά των φαντάρων που δεν έτυχαν εξόδου
τον υφάλμυρο ερωτισμό τύπου μηχανουργείου
τη μέριλιν κατά ματθαίον ή θωμά
προσέχοντας όμως μην άκομψα μπερδέψει
τους τεθνεώτες και τους τεθνεώτες
με τον τυφλό ζητιάνο που εύχεται στον άλλεν γκίνσμπεργκ
να σ’χωρεθούν τ’ αποθαμένα σας

κάθε πρωτομαγιά διαβάζω μαγιακόφσκι
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου από τη συλλογή
η δεύτερη ανάγνωση του ποιητή Κ* και άλλα αμφίδρομα
εκδ. Απόπειρα 2008

Emil as a Blind Beggar
self-portrait by Vassilis Polyzos 2006